Εφημερίδα Πατρις 24/3/2017
Ο ορισμός του brain drain είναι η μετανάστευση ατόμων με υψηλή εκπαίδευση και ειδίκευση από φτωχότερες σε πλουσιότερες χώρες με καλύτερες συνθήκες εργασίας από πλευράς εργασιακού περιβάλλοντος και μισθού.(Ο ορισμός δεν περιλαμβάνει βέβαια περιπτώσεις όπου συντρέχουν πολιτικοί η άλλοι λόγοι.)
Είναι προφανές ότι η αρχική χώρα που ξόδεψε σημαντικά ποσά σε εκπαίδευση χάνει μία επένδυση την οποία κερδίζει μια άλλη χώρα στην οποία ο ειδικευμένος και επιστημονικά καταρτισμένος <<μετανάστης>> θα προσφέρει τις υπηρεσίες του.
Η επικρατούσα άποψη στην χώρα μας είναι ότι η <<φυγή αυτή των μυαλών>> οφείλεται στην οικονομική κρίση με αποτέλεσμα νέοι μορφωμένοι και γεμάτοι όνειρα να αναγκάζονται να εγκαταλείψουν την χώρα.
Αυτό βέβαια είναι αλήθεια σε ένα πολύ μεγάλο βαθμό και αφορά ένα μεγάλο μέρος του επιστημονικού προσωπικού της χώρας, αλλά και ατόμων με εξειδίκευση σε πολλούς και διαφορετικούς τομείς της παραγωγικής διαδικασίας. Η δυσκολία ανάπτυξης επιχειρήσεων η/και επενδυτικών προγραμμάτων προσφέρει ολοένα και περισσότερο λιγότερες ευκαιρίες για μόνιμη και ασφαλή εργασία.
Αυτό όμως που δεν είναι πλήρως κατανοητό είναι ότι η γενίκευση του φαινομένου ως έχουσα μια και μόνο γενεσιουργό αιτία (δηλ. την οικονομική κρίση), σε ορισμένες περιπτώσεις παραβλέπει άλλα αίτια τα οποία αποτελούν ίσως το ουσιαστικότερο πρόβλημα. Αίτια τα οποία αν δεν αντιμετωπιστούν θα συνεχίσουν να αναπαραγάγουν το πρόβλημα. Αναφέρομαι συγκεκριμένα στο ιατρικό δυναμικό της χώρας όπου σύμφωνα με στατιστικά δεδομένα σε κάθε 1000 κατοίκους αντιστοιχούν 6.2 γιατροί(Κατ’ άλλους 6.7).
Αυτή είναι η μεγαλύτερη σχέση ιατρικού προσωπικού ανά 1000 κατοίκους όχι μόνο στην Ευρώπη αλλά παγκοσμίως(με εξαίρεση ίσως την Κούβα).Ο μέσος Ευρωπαϊκός ‘ορος είναι 3.7/1000 κατοίκους ο Αμερικανικός (Ηνωμένες Πολιτείες) 2.45/1000 και παγκοσμίως 1.2/1000 κατοίκους.( Το 44% των χωρών μελών του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας μάλιστα αναφέρει ότι διαθέτει λιγότερο από ένα γιατρό /1000 κατοίκους). Ας σημειωθεί ότι η σχέση αυτή στην χώρα μας παραμένει σταθερά υψηλή από το 2003 όπου όμως ο λόγος /1000 κατοίκους ήταν 4.4 .
Το 2012 ο αριθμός φοιτητών στις Ιατρικές Σχολές ήταν 7346 και για κάθε απόφοιτο Ελληνικής Ιατρικής Σχολής αντιστοιχεί ένας από ξένη χώρα. Στον Ιατρικό Σύλλογο Αθηνών εγγράφονται κάθε έτος 600 νέοι γιατροί στον Σύλλογο Θεσσαλονίκης 280 και αναλογικά ένας αντίστοιχος αριθμός στους Ιατρικούς Συλλόγους της περιφέρειας.(Στον Ιατρικό Σύλλογο Ηρακλείου 116) .Θα μπορούσε βέβαια να ισχυριστεί κάποιος ότι αυτό είναι καλό και ότι περισσότεροι γιατροί σημαίνει και καλύτερη ιατρική φροντίδα. Είναι όμως έτσι? Δυστυχώς ο γιατρός θα πρέπει να είναι μέρος ενός ολοκληρωμένου συστήματος Υγείας ανεξάρτητα αν προσφέρει υπηρεσίες στον δημόσιο η ιδιωτικό τομέα και τούτο διότι το κράτος έχει επενδύσει και πληρώσει τόσο για την βασική του εκπαίδευση όσο και για την ειδίκευσή του.
Το αποτέλεσμα της απρογραμμάτιστης και δαπανηρής υπερπληθώρας ιατρικού δυναμικού είναι η ανταγωνιστική η και καταχρηστική ιατρική πράξη η υπερσυνταγογράφηση και τελικά η αύξηση του κόστους των παρεχομένων υπηρεσιών υγείας,χωρίς ανάλογη αύξηση της ποιότητας. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι η ιατρική ικανότητα είναι συνάρτηση και του ανάλογου αριθμού περιστατικών που αντιμετωπίζει ο κάθε λειτουργός υγείας. Ένας άριστος γιατρός όταν δεν διατηρεί και δεν εμπλουτίζει την εμπειρία του μοιραία θα προβεί και στο ιατρικό λάθος.
Ο υπερβολικά μεγάλος αριθμός γιατρών στον ιδιωτικό τομέα έχει σαν αποτέλεσμα και την μείωση αυτής της ικανότητας.Τό θέμα αφορά τόσο τις παθολογικές αλλά ιδιαίτερα τις χειρουργικές ειδικότητες και δεν είναι τυχαίο ότι σε χώρες όπου η ιατρική διατηρείται σε υψηλά επίπεδα απαιτείται ένας συγκεκριμένος αριθμός ιατρικών πράξεων κάθε χρόνο για να παραμένει ο γιατρός σε θέση να προσφέρει τις υπηρεσίες του. Αυτό σε συνδυασμό με τις χαμηλές αμοιβές έχουν οδηγήσει στο φαινόμενο ένας σημαντικός αριθμός νέων κυρίως γιατρών να φεύγει από την χώρα αναζητώντας καλύτερες συνθήκες εργασίας και μισθών στο εξωτερικό. Σύμφωνα με στοιχεία του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών μόνο από την Αθήνα πάνω από 7.300 γιατροί έχουν εγκαταλείψει την χώρα τα τελευταία χρόνια.
Τι γίνεται όμως και στον Δημόσιο τομέα?. Διαβάζουμε:
Αδειάζει το ΕΣΥ λόγω μνημονίου/Νοσοκομεία χωρίς γιατρούς και εφημερίες/ Χειρουργικές επεμβάσεις στα τυφλά λόγω έλλειψης εξοπλισμού/. Οι ελλείψεις αυτές αφορούν αν όχι όλα, τα περισσότερα νοσοκομεία της χώρας.
Έτσι έχουμε το παράδοξο να έχουμε τους περισσότερους σχεδόν γιατρούς στον κόσμο και 6000 περίπου να λείπουν από τα νοσοκομεία της χώρας. Εάν προστεθούν και κάποιοι νοσοκομειακοί γιατροί, που λόγω χαμηλών αμοιβών στην Ελλάδα αναζητούν εργασία στο εξωτερικό ,χωρίς να αναπληρώνονται οι θέσεις τους, μπορεί κάποιος να αντιληφθεί την έκταση του προβλήματος.
Στο συνολικό βέβαια πρόβλημα της υγείας στην χώρα μας έρχεται να προστεθεί ένα επιπλέον στοιχείο που αφορά την έλλειψη νοσηλευτικού προσωπικού κυρίως στις δημόσιες υπηρεσίες Υγείας. Στις χώρες του ΟΟΣΑ η Ελλάδα καταλαμβάνει μία από τις τελευταίες θέσεις όσον αφορά τον αριθμό νοσηλευτικού προσωπικού ανά 1000 κατοίκους με σχέση 3.4, όταν ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ είναι 8.7. ενώ σε ανεπτυγμένες χώρες όπως η Δανία ανεβαίνει στο 16/1000 κατοίκους.
Η σχέση ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού έχει άμεση σχέση με την ποιότητα των παρεχομένων υπηρεσιών υγείας .Αν και δεν υπάρχουν διεθνή πρότυπα για την ενδεδειγμένη αναλογία ιατρών /νοσηλευτών ο μικρός αριθμός νοσηλευτών ανά γιατρό υποδηλώνει ανεπάρκεια του συστήματος υγείας. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση ο μέσος ορος είναι 2.5 νοσηλευτές/γιατρό και στην χώρα μας λιγότερο από 1.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας για την δημιουργία ενός αποτελεσματικού και σωστά οργανωμένου συστήματος υγείας απαιτείται η διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού με τέτοιο τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η αριθμητική του επάρκεια καθώς και η ορθολογική και ποιοτική του κατανομή ανά ειδικότητα και γεωγραφική περιοχή.
Αυτό προϋποθέτει από την άλλη, μια σωστή ποιοτικά και αριθμητικά παραγωγή ιατρικού ,νοσηλευτικού και παραϊατρικού δυναμικού. Είναι λυπηρό, νέα παιδιά με υψηλό δείκτη ευφυΐας που μετά από δύσκολες εξετάσεις εισέρχονται στις ιατρικές σχολές να αντιμετωπίζουν μετά από πολλά χρόνια σπουδών, οικονομικής επιβάρυνσης και εξειδίκευσης το φάσμα της ανεργίας η της μετανάστευσης.
Συμπερασματικά έχουμε στην χώρα μας:
1)Tο μεγαλύτερο ποσοστό γιατρών παγκοσμίως,
2) Mεγάλες ελλείψεις γιατρών στα κρατικά νοσοκομεία (που σε συνδυασμό με μειωμένα κονδύλια και αυξημένο αριθμό ασθενών λόγω οικονομικής κρίσης, αδυνατούν να παράσχουν ικανοποιητικές υπηρεσίες υγείας),
3)Eπτά ιατρικές σχολές (χρειάζονται?) πού συνεχίζουν να παράγουν ιατρικό δυναμικό, και
4) Μεγάλη και δυσανάλογη έλλειψη νοσηλευτικού προσωπικού.
Υπάρχει λύση? Με τα μέχρι τώρα δεδομένα, δηλαδή τις πολιτικές υγείας που έχουν ακολουθηθεί όλα τα προηγούμενα χρόνια και την οικονομική κατάσταση της χώρας μας το άμεσο μέλλον προδιαγράφεται μάλλον δυσοίωνο.
Ίσως όμως να είναι τώρα και η ευκαιρία, εδώ που έχουν φθάσει τα πράγματα να αρχίσει μία σοβαρή συζήτηση για τις πραγματικές ανάγκες της χώρας, ώστε να καθοριστεί ο υγειονομικός χάρτης της χώρας και οι ανάγκες του σε ιατρικό, νοσηλευτικό και παραϊατρικό προσωπικό. Αυτό βέβαια θα πρέπει να γίνει από άτομα υψηλού κύρους με γνώσεις και εμπειρία, να βασίζεται σε τεκμηριωμένα Ευρωπαϊκά και διεθνή πρότυπα και να συνοδεύεται με την προοπτική προγραμματισμού παραγωγής ανάλογου αριθμού επαγγελματιών υγείας. Θα πρέπει να έχει βάθος χρόνου, και να λαμβάνει υπόψη πολλά δεδομένα όπως τον γεωγραφικό χάρτη της χώρας, την πληθυσμιακή γήρανση και το γεγονός της αναμενόμενης αύξησης τού κόστους διάγνωσης και θεραπείας πολλών παθήσεων, λόγω νέων τεχνολογιών.
Ας είμαστε βέβαια ειλικρινείς. Υψηλού επιπέδου υπηρεσίες υγείας απαιτούν και ανάλογη χρηματοδότηση. Χρηματοδότηση όμως που θα κατευθύνεται εκεί που χρειάζεται και αυτό δεν μπορεί να γίνει χωρίς σωστή καταγραφή των αναγκών αλλά και χωρίς γνώση των υπερβολών που υπάρχουν. Σε καιρούς εύπλαστης ευημερίας αυτό δεν κατέστη δυνατό. Μένει να δούμε αν οι καιροί κρίσης που ζούμε(εξ ανάγκης ίσως) αποτελέσουν και την αιτία μιας σοβαρότερης αντιμετώπισης των διαχρονικών προβλημάτων στον χώρο της υγείας.
Ενδεικτική βιβλιογραφία:
1)World Health Organization:Monitoring the buiding blocks of health systems:a handbook of indicators and their measurement strategies, Geneva 2012
2)OECD: Health at a glance Europe,2012
3) Buchan J,Diken L.Solving nursing strategies: a common priority,Journal of Clinical Nursing 173262-68,2008.
4)World Health Organization:Global Observatory Data.
( Ο Κος Γιάννης Βαβουρανάκης είναι Ειδικός Καρδιολόγος, Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών και Πρόεδρος της Ιατρικής Εταιρείας Ηρακλείου.)
Dr.ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΑΒΟΥΡΑΝΑΚΗΣ
ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΟΣ
ΔΙΔΑΚΤΩΡ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ
ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ